Με νίκη πλησιάζει ξανά - με απώλειες χάνεται και αυτός (Πιθανή εντεκάδα)
Ο Άρης είναι το φαβορί κόντρα στην ΑΕΛ σε ένα ματς που η νίκη είναι μονόδρομος
Ακολουθήστε μας στο Google news
Δεν είναι λίγες οι φορές που το ΝΒΑ έγινε… οικογενειακή υπόθεση. Αρκετά είναι τα αδέρφια που έκαναν καριέρα στο κορυφαίο μπασκετικό πρωτάθλημα του πλανήτη, με πιο «τρανταχτό παράδειγμα» αυτό των Αντετοκούνμπο! Γιάννης και Θανάσης αγωνίζονται ως συμπαίκτες στους Μιλγουόκι Μπακς, κάνοντας το όνειρό τους πραγματικότητα το 2021, όταν έφτασαν μέχρι την κορυφή του δυσκολότερου πρωταθλήματος στον κόσμο με τα «ελάφια».
Ο MVP Γιάννης είναι ο απόλυτος πρωταγωνιστής των Μπακς τα τελευταία χρόνια, ενώ ο Θανάσης παίζει έναν σαφώς μικρότερο ρόλο, επιτρέποντάς μας να πούμε χωρίς ίχνος ενδοιασμού πως βρίσκεται στην... σκιά του μικρού του αδερφού. Φυσικά, η περίπτωση Γιάννη-Θανάση δεν είναι μοναδική, και εμείς σας παρουσιάζουμε άλλες επτά περιπτώσεις NBAer οι οποίοι προσπάθησαν, αλλά δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν το κατορθώματα των αδερφών τους.
Η λίστα μας ξεκινάει με τον Σεθ Κάρι, σχεδόν δύο χρόνια μικρότερο αδερφό του σούπερ σταρ, Στέφ. Μπήκε στον μαγικό κόσμο του NBA παραμονή Χριστουγέννων του 2014, όταν υπέγραψε συμβόλαιο με τους Μέμφις Γκρίζλις και με τον αδερφό του να «μετράει» ήδη 5.5 χρόνια στη λίγκα, με περισσότερες από 350 συμμετοχές φορώντας τη φανέλα των Γουόριορς. Ο Σεθ αγωνίστηκε μόλις σε ένα παιχνίδι για τις «αρκούδες», με την καριέρα του ουσιαστικά να ξεκινάει από το καλοκαίρι του 2015, όταν μετακόμισε στο Σακραμέντο για λογαριασμό των Κινγκς. Εκεί, δεν άργησε να κάνει αισθητή την παρουσία του και με «όπλο» του το τρίποντο (να ‘χε να μοιάσει), εξελίχθηκε σε έναν από τους ποιοτικότερους και πιο περιζήτητους ρολίστες στο καλύτερο πρωτάθλημα μπάσκετ του πλανήτη.
Μπορεί να παραμένει στη… σκιά του αδερφού του, αλλά πώς να ξεπεράσει κανείς τον καλύτερο σουτέρ και έναν από τους καλύτερους παίκτες συνολικά, στην ιστορία του αθλήματος; Μπορεί να μην έχει στεφθεί τρεις φορές πρωταθλητής όπως ο Στεφ, παρ’ όλα αυτά ο Σεθ πραγματοποιεί μία αξιοπρεπέστατη καριέρα, έχοντας αγωνιστεί με επιτυχία σε Μάβερικς, Μπλέιζερς και Σίξερς. Πλέον, συμπαίκτης με τον Κέβιν Ντουράντ, πήγε στους Νετς στις 10 Φεβρουαρίου, όντας μέρος της μεγάλης ανταλλαγής Χάρντεν-Σίμονς.
Όλοι γνωρίζουμε τον Τζρου Χόλιντεϊ. Και αν δεν τον γνωρίζαμε, τον μάθαμε κατά τη διάρκεια της περσινής σεζόν, όταν παίζοντας στο πλευρό του Γιάννη Αντετοκούνμπο, πήρε δαχτυλίδι με τους Μιλγουόκι Μπακς, όντας ο βασικός τους πόιντ γκαρντ! Το… κομμάτι που έλειπε από τα «ελάφια» και ήρθε ως ανταλλαγή τον Νοέμβρη του 2020, για να συμπληρώσει ιδανικά το «παζλ» των μετέπειτα πρωταθλητών.
Ο 31χρονος γκαρντ έχει δύο αδέρφια, τα οποία μπορεί να μην έχουν... φτάσει τα επιτεύγματα του Τζρου, αλλά αγωνίζονται εδώ και χρόνια στο NBA με αρκετή επιτυχία. Από τη μία ο 32χρονος Τζάστιν, ο οποίος ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα από τους Σίξερς το 2013 και έκτοτε έχει αγωνιστεί σε Γουόριορς, Χοκς, Μπουλς, Νικς, Γκρίζλις, Πέισερς και Κινγκς, «μετρώντας» μέχρι σήμερα 557 εμφανίσεις με 8.7 πόντους ανά μέσο όρο, στον μαγικό κόσμο του NBA. Από την άλλη, ο Άαρον Χόλιντεϊ. Ο νεαρότερος από τα τρία αδέρφια, το 2018 επιλέχθηκε στο νούμερο 23 του ντραφτ από τους Πέισερς, με τους οποίους αγωνίστηκε σε 192 παιχνίδια, πριν αποχωρήσει το 2021 για λογαριασμό των Γουίαρντς. Φέτος, φοράει τη φανέλα των Σανς.
Ακόμα δύο αδέρφια τα οποία έχουν αγωνιστεί στο NBA, είναι οι Τζεφ και Μαρκίς Τιγκ. Οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε τον μεγαλύτερο εξ αυτών, Τζεφ, ο οποίος βρίσκεται στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου από το 2009, όταν είχε επιλεχθεί στο νούμερο 19 εκείνου του ντραφτ από τους Χοκς. Δεν άργησε να κάνει αισθητή την παρουσία του στην Ατλάντα και μέσα σε μόλις δύο σεζόν, κατάφερε να εξελιχθεί σε ηγέτη της ομάδας. Το 2015 έγινε All Star και οδήγησε τους Χοκς μέχρι τους τελικούς της Ανατολικής Περιφέρειας, ενώ αποχώρησε από την Ατλάντα έναν χρόνο αργότερα, για να ενταχθεί στου Πέισερς. Πέρσι, στέφθηκε πρωταθλητής μαζί με τον Γιάννη και τους Μπακς, όντας ο αναπληρωματικός του Τζρου Χόλιντεϊ.
Τέσσερα χρόνια νεότερος, ο αδερφός του Μαρκίς δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει κατορθώματα του αδερφού του. Επιλέχθηκε από τους Μπουλς στο ντραφτ του 2012, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να καθιερωθεί στο NBA, περνώντας το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του στην G-League. Το 2016 μετακόμισε στην Ευρώπη και το Ισραήλ για να παίξει στην Ιρόνι Ναχαρίγια, ενώ στη συνέχεια φόρεσε της φανέλες των Άβτοντορ (Ρωσία), Ζεονζού (Κορέα) και Λόντον Λάιονς (Αγγλία).
Η οικογένεια Γκραντ έχει τρία αδέρφια, τον Τζέραμι και τους... δικούς μας Τζέριαν και Τζέραϊ. Δικοί μας, διότι αμφότεροι έχουν αγωνιστεί στη χώρα μας με τη φανέλα του Προμηθέα Πάτρας, ενώ ο Τζεράι έχει φορέσει και τη φανέλα της ΑΕΚ, στο πρόσφατο παρελθόν (2019-20). Παρά το γεγονός ότι έχει πραγματοποιήσει μια αρκετά καλή καριέρα στα παρκέ της Ευρώπης, ο Τζέραϊ δεν έχει αγωνιστεί στο ΝΒΑ όπως τα νεότερα αδέρφια του. Ο Τζέριαν Γκραντ, ο οποίος εντυπωσίασε (14.8 πόντους ανά μέσο όρο) για μία σεζόν (2020-2021) ως συμπαίκτης του Τζέραϊ στον Προμηθέα και πλέον αγωνίζεται στην Ευρωλίγκα και την Αρμάνι Μιλάνο, ξεκίνησε την καριέρα του από τη Νέα Υόρκη και τους ιστορικούς Νικς. Στη συνέχεια φόρεσε τις φανέλες των Μπουλς, Μάτζικ και Γουίζαρντς, πριν αφήσει τις ΗΠΑ για να έρθει και να βρει τον αδερφό του στην Ελλάδα. Έχει πραγματοποιήσει 279 εμφανίσεις στο ΝΒΑ, ωστόσο δεν κατάφερε ποτέ να θεωρηθεί τόσο καλός, όσο ο... βενιαμίν της τριάδας.
Ο λόγος για τον 27χρονο Τζέραμι Γκραντ, ο οποίος τα τελευταία 2.5 χρόνια αγωνίζεται για τους Ντιτρόιτ Πίστονς. Βρίσκεται στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου από το 2014, όταν επιλέχθηκε στο ντραφτ από τους Σίξερς, ενώ έχει διψήφιο αριθμό πόντων ανά μέσο όρο στις τέσσερις τελευταίες σεζόν και μέχρι σήμερα έχει πραγματοποιήσει συνολικά 544 εμφανίσεις σε παιχνίδια ΝΒΑ. Πέρσι έκανε την καλύτερη χρονιά του, τερματίζοντας δεύτερος στην... κούρσα για το βραβείο του πιο βελτιωμένου παίκτη, πίσω από τον Ζούλιους Ραντλ.
Γεννημένος το 1989 στη Λιουμπλιάνα, ο Ζόραν Ντράγκιτς ξεκίνησε την μπασκετική του καριέρα από τη χώρα του και την άσημη Ιλίρια, το 2004. Οι πολύ καλές του εμφανίσεις στην Σλοβενία τράβηξαν πάνω του αρκετά… βλέμματα, με τους Χιούστον Ρόκετς να τον φέρνουν στις ΗΠΑ το 2012, για να τον δοκιμάσουν στο Summer League. Τελικά, ο Ζόραν επέστρεψε άμεσα στην Ευρώπη για να παίξει στην Ισπανία και την ομάδα της Μάλαγα, πριν πραγματοποιήσει τελικά του ντεμπούτο του στο ΝΒΑ δύο χρόνια αργότερα, φορώντας τη φανέλα των Φίνιξ Σανς. Εκεί αγωνίστηκε για σχεδόν πέντε μήνες ως συμπαίκτης με τον μεγαλύτερο αδερφό του, Γκόραν, πριν μετακομίσουν μαζί τον Φλεβάρη του 2015 στο Μαϊάμι, για λογαριασμό των Χιτ. Σε αντίθεση με τον Γκόραν, ο Ζόραν δεν… άντεξε για πολύ στο ΝΒΑ, αφού το καλοκαίρι του 2015 έμεινε ελεύθερος και επέστρεψε στην Ευρώπη, όπου συνεχίζει την καριέρα του μέχρι και σήμερα.
Όσο για τον Γκόραν, βρίσκεται στο ΝΒΑ από το 2008 μέχρι και σήμερα (με ένα μικρό… διάλειμμα στο «lockout» του 2011 όταν επέστρεψε στην Ισπανία για λογαριασμό της Μπασκόνια), αποτελώντας πλέον έναν από τους ποιοτικότερους βετεράνους του πρωταθλήματος. Έχει αγωνιστεί σε 873 (!) παιχνίδια ΝΒΑ με Σανς, Χιτ και Ράπτορς (σκοράροντας 13.9 πόντους ανά μέσο όρο ανά παιχνίδι), ενώ πριν από λίγες μέρες υπέγραψε συμβόλαιο με τους Μπρούκλιν Νετς. Τη σεζόν 2013-14 πήρε το βραβείο του πιο βελτιωμένου παίκτη, το 2018 έπαιξε στο All Star Game του Λος Άντζελες, ενώ το 2020 έφτασε με τους Μαϊάμι Χιτ μέχρι τους τελικούς!
Μία ακόμα μία περίπτωση παικτών που αγωνίστηκαν στο ΝΒΑ, αλλά δεν κατάφεραν ποτέ να… βγουν από την σκιά του αδερφού τους, είναι αυτή των Τζον και Ντρου Μπάρι. Γιος του Hall of Famer και πρωταθλητή το 1975, Ρικ Μπάρι, ο Τζον έπαιξε στο ΝΒΑ από το 1997 έως το 2006. Ξεκίνησε την καριέρα του ως ρολίστας στους Μιλγουόκι Μπακς και στη συνέχεια αγωνίστηκε επίσης σε Γουόριορς, Χοκς, Λέικερς, Κινγκς, Πίστονς, Νάγκετς και Ρόκετς, χωρίς να παίξει ποτέ πρωταγωνιστικό ρόλο. Τρία χρόνια νεότερος, ο Ντρου, έπαιξε μόλις 60 παιχνίδια στο ΝΒΑ για Ατλάντα, Σιάτλ και Γκόλντεν Στέιτ, ενώ πριν «κρεμάσει τα παπούτσια του» ήρθε στην Ευρώπη για να παίξει στις κορυφαίες κατηγορίες Ιταλίας και Πολωνίας.
Ούτε ο Τζον, ούτε ο Ντρου κατάφεραν ποτέ να πλησιάσουν τα επιτεύγματα του Μπρεντ Μπάρι, ο οποίος έπαιξε στο κορυφαίο πρωτάθλημα του πλανήτη από το 1995 έως το 2009, κατακτώντας δύο πρωταθλήματα με τους Σαν Αντόνιο Σπερς (2005 και 2007). Ξεκίνησε την καριέρα του από το Λος Άντζελες και στην πρώτη του σεζόν με τους Κλίπερς, έγινε ο πρωτοεμφανιζόμενος με τα περισσότερα εύστοχα τρίποντα (123). Στη συνέχεια πέρασε από Χιτ και Μπουλς, πριν πάει στο Σιάτλ, εκεί όπου έκανε το… ξεπέταγμά του ως βασικός και με διψήφιους μέσους όρους στο σκοράρισμα για συνεχόμενες χρονιές. Το 2004 πήγε ως ελεύθερος στους Σπερς, με τους οποίους πανηγύρισε την κατάκτηση των δύο πρωταθλημάτων, ενώ έκλεισε την καριέρα του το 2009, παίζοντας για τους Χιούστον Ρόκετς.
Ολοκληρώνουμε την λίστα μας με τον Τζέραλντ Γουίλκινς, αδερφό του θρυλικού Ντομινίκ, ο οποίος αποτέλεσε super star του ΝΒΑ, ενώ πέρασε για μία σεζόν και από τα… μέρη μας, όπου έπαιξε για τον Παναθηναϊκό. Ο Τζέραλντ υπήρξε πολυτιμότατο μέλος των Νιου Γιορκ Νικς στα τέλη της δεκαετίας του ‘80, όντας το «δεύτερο βιολί» της ομάδας, δίπλα από τον Πάτρικ Γιούινγκ. Συμμετείχε στους διαγωνισμούς καρφωμάτων το 1986 και το 1987. Το 1992 αποχώρησε από τη Νέα Υόρκη για να πάει στους Κάβαλιερς, έχοντας όμως αφήσει πίσω του τα καλύτερα μπασκετικά του χρόνια, ενώ είχε και αρκετούς σοβαρούς τραυματισμούς που δεν του επέτρεψαν να παραμείνει στο κορυφαίο επίπεδο. Ολοκλήρωσε την καριέρα του το 1999, παίζοντας ως συμπαίκτης με τον αδερφό του, Ντομινίκ, στους Ορλάντο Μάτζικ.
Ωστόσο, το… πρώτο όνομα της οικογένειας ήταν ο Ντομινίκ, ο οποίος αποτέλεσε έναν από τους εντυπωσιακότερους παίκτες του NBA, εξού και το παρατσούκλι «Human Highlight Film» που του… κόλλησαν οι Αμερικάνοι. Επιλέχθηκε στο νούμερο τρία του ντραφτ από τους Τζαζ το 1982, ενώ πήγε άμεσα μέσω ανταλλαγής στους Χοκς. Κυρίαρχος από την πρώτη του σεζόν στην Ατλάντα, ξεχώριζε για την απίθανη ικανότητά του στο σκοράρισμα και τα εντυπωσιακά του καρφώματα. Εννιά φορές All Star, κορυφαίος σκόρερ του ΝΒΑ το 1986, δύο φορές νικητής σε διαγωνισμό καρφωμάτων (συμμετείχε σε πέντε) και με τους Χοκς να αποσύρουν για χάρη του το νούμερο 21, ο Ντομινίκ Γουίλκινς σόκαρε τους πάντες το καλοκαίρι του 1995, όταν αποφάσισε να αφήσει τις ΗΠΑ για να έρθει στην Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό. Με τους «πράσινους» αγωνίστηκε για μία σεζόν, προλαβαίνοντας να κλέψει την παράσταση και να οδηγήσει την ομάδα στην κατάκτηση του πρώτου ευρωπαϊκού της! Αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης του Final-4 στο Παρίσι, ενώ κατέκτησε και το Κύπελλο Ελλάδας, σκοράροντας ανά μέσο όρο πάνω από 20 πόντους ανά παιχνίδι, σε όλες τις διοργανώσεις. Ολοκλήρωσε την καριέρα του το 1999, φορώντας τη φανέλα των Ορλάντο Μάτζικ.
sport-fm.gr