LIVE: ΑΕΛ-Άρης 0-1 (Α' ΗΜΙΧΡΟΝΟ)
Η ΑΕΛ κοντράρεται με τον Άρη στο στάδιο «Αλφαμέγα» για την 11η αγωνιστική και το Themasports σας μεταφέρει την εξέλιξη της αναμέτρησης.
Ακολουθήστε μας στο Google news
«”Do I feel lucky?”. Well, do ya, punk»?. Η πιο χαρακτηριστική σκηνή από τις ταινίες «Dirty Harry». Ο Κλιντ Ίστγουντ κραδαίνει το Magnum πάνω από έναν τραυματισμένο ληστή τράπεζας, τον Άλμπερτ Πόπγουελ, ο οποίος διστάζει να πιάσει το επίσης πεσμένο όπλο του παραδίπλα.
Είμαστε στο 1971 και ένας μπασκετμπολίστας, ο οποίος φυσιογνωμικά μοιάζει εντυπωσιακά με τον Πόπγουελ (έτσι μαύρος, με μεγάλα μάτια και έντονο βλέμμα, μακρύ μουστάκι, επιβλητικό ανάστημα), θέτει ο ίδιος στον εαυτό του ανάλογο ερώτημα. Νιώθει άραγε καθόλου τυχερός που ρίχνει πόρτα στο UCLA των επτά τίτλων σε βάθος οκταετίας (!), επιλέγοντας το Νορθ Καρολάινα;
Διλήμματα. Διάφορα διλήμματα. Δύο χρόνια πιο πριν, όταν κόβεται από τα κολέγια της πρώτης κατηγορίας του NCAA λόγω πενιχρών ακαδημαϊκών επιδόσεων, «αξίζει να ταλαιπωρούμαι στα άσημα τζούνιορ κόλετζ;». Ένα χρόνο πιο μετά (το 1972), «αξίζει να παρατήσω πρόωρα το Νορθ Καρολάινα, αφήνοντας το πτυχίο, στεναχωρώντας τη μητέρα μου και ρισκάροντας την επιλογή μου ψηλά στο ντραφτ;».
Τον λένε Ρόμπερτ Άλεν ΜάκΑντου. Και θα γίνει διάσημος ως Μπομπ. Ο δεύτερος πιο γνωστός… Ρόμπερτ Άλεν, μετά τον κύριο Ζίμερμαν. Τον Μπομπ Ντίλαν. Του οποίου το «Like a rolling stone» με τις στιχουργικές διακυμάνσεις ταιριάζει γάντι στην πορεία του ανθρώπου που θα γίνει σύντομα MVP του ΝΒΑ.
Τρις πρώτος του σκόρερ, δύο και τρεις φορές Πρωταθλητής του, θρύλος και των ευρωπαϊκών γηπέδων με την Τρέισερ, φίλος και σημαδιακός συνοδός του Νίκου Γκάλη.
Aς κυλήσει η πέτρα…
«Once upon a time you dressed so fine…».
Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν, το 1965 που ο Ντίλαν κυκλοφορεί το γνωστό κομμάτι του μέσα από το «Highway 61 revisited», o ΜάκΑντου είναι ένας 14χρονος έφηβος στο Γκρίνσμπορο του Νορθ Καρολάινα. Γεννηθείς στις 25 Σεπτεμβρίου του 1951, παίζει πια σαξόφωνο σε μια μπάντα. Στον αθλητισμό διακρίνεται στο άλμα εις ύψος (ξεπερνώντας λίγο αργότερα τα δύο μέτρα), όχι ακόμη στο μπάσκετ.
Εξελίσσεται γρήγορα πάντως σε πολιτειακό αστέρι. Δεν περνάει τις σχετικά εύκολες εξετάσεις ώστε να συνεχίσει στο ΝCAA, αναγκάζεται να μετακομίσει στην Ιντιάνα και το τζούνιορ κόλετζ Βινσέν. Το οδηγεί στον τίτλο του ΝJCAA με την πρώτη (το 1970), εκτοξεύει τους μέσους όρους του στους 25 πόντους και τα 11 ριμπάουντ στη δεύτερη σεζόν.
Έτος καμπής, είπαμε. Το 1971. Τον θέλουν μεταξύ άλλων οι δυνάστες του κολεγιακού μπάσκετ, οι UCLA Μπρούινς, επιλέγει το (συγκριτικά άσημο ακόμη, σε εποχές προ Τζόρνταν, παικταράδων και -πλην 1957- τίτλων) Νορθ Καρολάινα. Βασικά, του το… επιλέγει η μητέρα του.
«Καλέ κύριε, όλα τα μεγάλα πανεπιστήμια μάς χτυπάνε την πόρτα, εσείς τίποτα»; Ο… κύριος είναι ο Ντιν Σμιθ. Ο θρυλικός προπονητής των Ταρ Χιλς κάνει πρόταση με βαριά καρδιά, διότι δεν εμπιστευόταν παίκτες από τζούνιορ κόλετζ. Στα 36 χρόνια του στο Τσάπελ Χιλ άλλον τέτοιον δεν θα πάρει.
Οι δυο τους συναντώνται, ο έρωτας είναι κεραυνοβόλος και αμοιβαίος.
Και οι εξηγήσεις το ίδιο. «Ούτε στην πανεπιστημιούπολη ούτε στην ομάδα μου υπάρχουν πολλοί μαύροι. Εγώ όμως δεν θα έχω πρόβλημα, ακόμα κι αν βγεις με την κόρη μου», ο ένας. «Θα αφοσιωθώ στους Ταρ Χιλς, όπως και στα μαθήματα, ώστε να ανταποδώσω την εμπιστοσύνη», ο άλλος. Συν τοις άλλοις, θα βρισκόταν 45 λεπτά με το αμάξι από το σπίτι του, σε εποχή που είχε αρρωστήσει σοβαρά ο πατέρας του.
Αυτό ήταν. Η αγωνιστική άνοδος για τον φόργουορντ-σέντερ των 206 εκατοστών είναι μετεωρική. Ποια άνοδος; Εκτόξευση στο stardom του ΝΒΑ μέσα σε λίγους μήνες ουσιαστικά. Ηγέτης στην πορεία μέχρι το Final 4 με μέσους όρους νταμπλ-νταμπλ, κοντά στο 20-10, επιλογή στο Νο 2 του ντραφτ του ΝΒΑ το 1972.
“Βγαίνοντας” από το κολέγιο μια σεζόν νωρίτερα από το συνηθισμένο και επιτρεπόμενο εκείνα τα χρόνια, κόντρα στη θέληση της δασκάλας (σε Δημοτικό) μαμάς, μα με τις ευλογίες του… δασκάλου του, Σμιθ, επιλέγεται από τους Μπάφαλο Μπρέιβς. Έχει επικαλεστεί (υπαρκτές, οικονομικά και όχι μόνο, ο μπαμπάς του θα φύγει από τη ζωή το 1979) οικογενειακές δυσκολίες για να μεταπηδήσει μια ώρα αρχύτερα στο ΝΒΑ και κάνει κι εκεί αμέσως χαμό.
Ένα “stretch-4”, προτού καθιερωθεί ο σχετικός όρος, ένα ταχύ “πεντάρι” που κερδίζει τις μονομαχίες από θηριώδεις και πιο δυνατούς αντιπάλους, ένας ψηλός που σουτάρει με συνέπεια και από απόσταση τριπόντου, προτού… χαραχθεί η γραμμή του τριπόντου. Φίλος του (στα χαρακτηριστικά του τζαμπ σουτ) το ταμπλό. Εκτελεί και από τις γωνίες, τελειώνει φάσεις στον αιφνιδιασμό, με ξαφνικές αλλαγές κατεύθυνσης, ακόμα και με το αριστερό χέρι.
Στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης πρώτα ψηφίζεται ρούκι της χρονιάς και στις τρεις αμέσως επόμενες σεζόν είναι ο πρώτος σκόρερ του ΝΒΑ! Βάζει σταθερά πάνω από 30 πόντους μέσο όρο, γίνεται ο τελευταίος μέχρι σήμερα ΝΒΑer που ολοκληρώνει χρονιά με 30-15, ψηφίζεται και MVP το 1975 με τους 34.5 πόντους, τα 14.1 ριμπάουντ, τα 2.1 κοψίματα.
«Now you don’t talk so loud,
now you don’t seem so proud».
Τους Μπρέιβς πάντως αποτυγχάνει να τους φτάσει μακριά στα πλέι οφ. Δύο αποκλεισμοί στον πρώτο γύρο, ένας στον δεύτερο, πέφτοντας δις πάνω στους ακόμη κραταιούς (και Πρωταθλητές στο τέλος των συγκεκριμένων περιόδων) Σέλτικς. Κι ας τους κερνάει μια 52άρα και μια 44άρα σε ποστ σίζον, κι ας τους υποχρεώνει σε κάμποσες ήττες, γυρίζοντας και από διψήφιες διαφορές.
Δεν παίζει άμυνα, λένε οι κακές γλώσσες. Δεν είναι winner, υπερθεματίζουν άλλοι. Δεν κάνει καλύτερους τους συμπαίκτες του, δεν, δεν… Μετά και από πέντε συναπτές παρουσίες σε All Star Game, έχει αρχίσει η αμφισβήτηση. Kαι ο φίλος μας δεν αποδεικνύεται ιδιαίτερα ανθεκτικός στην κριτική.
Οι Μπρέιβς μετακομίζουν στο Σαν Ντιέγκο και μετονομάζονται σε Κλίπερς, ωστόσο ο ΜάκΑντου έχει παραμείνει στη Νέα Υόρκη. Όχι απλώς στην πολιτεία, στην ίδια την πόλη.
Αφήνει το Μπάφαλο, όπου πλέον του την έσπαγαν ακόμα και τα παιδάκια, που «κυκλοφορούσαν παντού με ένα μπαστούνι του χόκεϊ και όχι με μία μπάλα», και πηγαίνει στη μητρόπολη.
Δεν τον… πηγαίνει όμως το τάιμινγκ.
Οι δύο (μονάκριβοι) τίτλοι των Νικς έχουν κατακτηθεί το 1970 και το 1973 και σε ένα γερασμένο σύνολο δεν κάνει χωριό με κάμποσους νέους συμπαίκτες. Πάει στη Βοστώνη, μα πέφτει κι εκεί σε περίοδο ανοικοδόμησης (ρεκόρ 29-53…) λίγο μετά τους δύο δικούς της τίτλους στα ’70s, με θύμα τον… ΜάκΑντου και τους Μπρέιβς. Χώρια που η συγκεκριμένη μεταγραφή έχει γίνει δίχως την έγκριση του τζένεραλ μάνατζερ (πιο μετά και Προέδρου, σημαντικότερου στην ιστορία των Κελτών) Ρεντ Άουερμπαχ!
Φεύγει από τους Σέλτικς το 1979, ακριβώς τον μήνα που φοράει τη φανέλα τους ο Λάρι Μπερντ. Καταλήγει μέσω τρέιντ στο ακόμα χειρότερο Ντιτρόιτ, από όπου φεύγει το 1981. Μαντέψτε ποιος καταφτάνει το ίδιο ακριβώς έτος στους Πίστονς. Ο (δικός τους αναμορφωτής και κατοπινός καθοδηγητής σε τίτλους) Αϊζέια Τόμας!
Σκάνε και τραυματισμοί στα πόδια και την πλάτη, ένα χειρουργείο, ενοχλήσεις που δεν περνάνε. Τα «πιστόνια» φτάνουν στο σημείο να τον αφήσουν ελεύθερο. Τον περιμαζεύουν οι επίσης παραπαίοντες Νετς, πρώτη φορά μονοψήφιος στο σκοράρισμα (σε δέκα εμφανίσεις) στην καριέρα του ο Μπομπ… Το παιδί-θαύμα έχει πλέον την ταμπέλα του γκρινιάρη, του ταραχοποιού. Είναι ανεπιθύμητος.
«Σκέφτηκα σε κάποια φάση να τα παρατήσω, δεν με ήθελαν οι καλές ομάδες, δεν με ήθελαν και οι κακές, δεν το διασκέδαζα», θα παραδεχτεί.
Τα καλύτερα εν τέλει είναι μπροστά του. Θα βάλει και ο ίδιος δύο δαχτυλίδια, με τους Λέικερς. Χριστουγεννιάτικο δώρο του 1981 η υπογραφή στους «Λιμνανθρώπους». Με αφορμή τον season ending τραυματισμό του Μιτς Κάπτσακ. Και για ψίχουλα. Ένα μελλοντικό ντραφτ πικ δεύτερου γύρου και λίγα λεφτά.
Του κακοφαίνεται ότι έρχεται τα επόμενα χρόνια πίσω από τον Κερτ Ράμπις, ο οποίος δεν έχει ούτε το μισό του ταλέντο. Που του τρώει χρόνο συμμετοχής ο επίσης παλιόφιλος από το Ελληνικό Πρωτάθλημα, Μαρκ Λαντσμπέργκερ. Αλλά δεν μιλάει. Έχει χορτάσει από ατομικές διακρίσεις, ξέρει ότι αυτή είναι η τελευταία του ευκαιρία για ομαδικές.
Επίσης φρέσκος ως χεντ κόουτς στο ΛΑ, ο Πατ Ράιλι τού ξηγείται εξαρχής. Τον θέλει πρώτη αλλαγή στη φροντ λάιν, πίσω βέβαια και από τον Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ, να προσφέρει instant offence και τα υπόλοιπα καλούδια του. Και το κάνει.
Στο showtime του Μάτζικ Τζόνσον και των άλλων νέων σταρ, ο ΜάκΑντου κολλάει μια χαρά και πανηγυρίζει τους τίτλους του 1982 και του 1985.
Διπλασιάζοντας σχεδόν την παραγωγικότητά του στα πλέι οφ και κυρίως στους τελικούς του πρώτου (πάνω από 16 π.), βάζοντας κρίσιμα καλάθια και βγάζοντας σπουδαίες άμυνες και σε εκείνους του δεύτερου, παρ ότι σχεδόν 34 ετών.
«How does it feel, to be without a home»?
Έχοντας μείνει εκτός δράσης, κλείνει τη σεζόν 1985-1986 στους Σίξερς του γερο-Τζούλιους Έρβινγκ, του ατίθασου νιάτου Τσαρλς Μπάρκλεϊ, του ακόμη θηρίου στις ρακέτες Μόουζες Μαλόουν. Ακόμα πιο συμπληρωματικός (sic) ο ρόλος του, ώρα για μια νέα εμπειρία. Ιταλία!
Με πατημένα τα 35, λέει το «si» στην πρόταση της Ολίμπια Μιλάνο και δεν το μετανιώνει. «Άσε τα αστεία, σε θέλουμε πίσω», του διαμηνύουν από τη Φιλαδέλφεια. Περνάει κανονικά τον Ατλαντικό, παίζει μακριά από την πατρίδα του, τσιμπάει και δύο Κύπελλα Πρωταθλητριών για το παλμαρέ του. Συνεχόμενα.
Τη σεζόν 1986-1987 “επιβιώνει” από το περίφημο +31 του Άρη στο «Παλαί». Η παρέα του (με Ντίνο Μενεγκίν και Κεν Μπάρλοου επίσης στη φροντ λάιν, με Μάικ Ντ’Αντόνι και Ρομπέρτο Πρεμιέρ στην περιφέρεια) κρατάει στη ρεβάνς τον Πρωταθλητή Ελλάδας στους 49 πόντους και στο τέλος το σηκώνει στη Λωζάνη απέναντι στη Μακάμπι. Του μένουν πάντως για πάντα στο μυαλό οι 44 (πόντοι) που έχει βάλει ο Νίκος Γκάλης στο πρώτο ματς της Θεσσαλονίκης.
«Τέτοια ικανοποίηση, μετά την πρόκριση με το +34 του Μιλάνου, δεν είχα πάρει ούτε σε νίκες πλέι οφ επί των Σέλτικς»…
Με τον «γκάνγκστερ» αναπτύσσει φιλική σχέση και τo 2017 είναι αυτός (κατόπιν επιλογής μάλιστα του Γκάλη) που τον συνοδεύει στο βήμα του Hall of Fame του Σπρίνγκφιλντ.
Έχει πικράνει τον «Νικ» και στον ημιτελικό του Final 4 της Γάνδης, καθ’ οδόν για τη δεύτερη συνεχή στέψη της Τρέισερ.
Αν στη ρούκι ευρωπαϊκή σεζόν του έχει μέσους όρους 26 πόντων και 10.2 ριμπάουντ, στη δεύτερη μοιράζει και 40άρες. Στο «Παλαί» ρίχνει 38άρα, αλλά ο βραχύσωμος φίλος του περιποιείται για μία ακόμα φορά τους Ιταλιάνους με μία ξεγυρισμένη 50άρα. Ο όμιλος κλείνει με 33άρα του Αμερικανού στη νίκη επί του Άρη στο Μιλάνο, ακολουθεί 39άρα του στο 87-82 του Final 4… Και μια 25άρα στο ρελαντί κόντρα πάλι στην «ομάδα του λαού» στον Τελικό.
Γουστάρει τρελά τη ζωή στη Λομβαρδία, γνωρίζει τη δεύτερη γυναίκα του, την Πατρίτσια, μένει στα παρκέ μέχρι τα βαθιά μπασκετικά γεράματα.
Ο ιταλικός τίτλος του 1988 χάνεται (με το 3-1 της Σκαβολίνι) κι έτσι δεν υπάρχει Πρωταθλητριών τη σεζόν 1988-1989. Υπάρχει ωστόσο στο τέλος της η επιστροφή στους εγχώριους τίτλους, στο απόλυτο ματς-ροντέο.
Το 3-2 μέσα στο Λιβόρνο έρχεται στον πόντο και μετά από 15 λεπτά κατά τα οποία οι οπαδοί των γηπεδούχων έχουν μπει στον αγωνιστικό χώρο και πανηγυρίζουν το Πρωτάθλημα! Το καλάθι του Aντρέα Φόρτι στην εκπνοή θα κριθεί με μεγάλη καθυστέρηση εκπρόθεσμο και ο ΜάκΑντου θα έχει κάνει πάλι τη διαφορά. Όχι με τα επτά ποντάκια του, όταν από την άλλη ο Γουέντελ Αλέξις (κατοπινός θρύλος της Άλμπα, προτού έρθει και στον ΠΑΟΚ) έχει βάλει 32, αλλά με μία απίστευτη βουτιά που αποτρέπει λίγο πριν το τέλος καλάθι των γηπεδούχων στον αιφνιδιασμό.
«Ahh, you’ve gone to the finest schools».
Συμπληρώνει τετραετία στο Μιλάνο, συνεχίζει για δύο σεζόν στο Φορλί, κλείνει την τεράστια καριέρα του λίγο προτού γίνει 42 ετών, στη Φαμπριάνο. Προσθήκη της τελευταίας στιγμής, της απελπισίας ουσιαστικά, αντί του τραυματία Λάρι Σπριγκς, κι ενώ ο ίδιος απέχει σχεδόν έναν χρόνο από τα παρκέ, δεν καταφέρνει να την διατηρήσει στα ιταλικά “σαλόνια”.
Βέβαια στις δύο εμφανίσεις του εν είδει ανκόρ βάζει 28 πόντους στη Ρίμινι και 16 στην Κνορ Μπολόνια του Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς, η οποία θα στεφθεί Πρωταθλήτρια. Καθόλου άσχημοι οι 27 πόντοι με σχεδόν εννέα ριμπάουντ στην ιταλική επταετία του, παίζοντας απέναντι σε αθλητές που θα μπορούσαν να είναι παιδιά του.
Πίσω στις ΗΠΑ, πολύς κόσμος τον έχει ξεχάσει. Όχι όμως και ο Ράιλι. «Η πιο κομβική κίνηση ώστε να εδραιωθεί η δυναστεία των Λέικερς σε εκείνα τα δύσκολα πρώτα χρόνια», έχει πει σε ανύποπτη στιγμή για τη σχετική έλευση του ΜάκΑντου. Με το που πηγαίνει ο δανδής του ΝΒΑ στο Μαϊάμι το 1995, πέφτει τηλέφωνο. «Σε θέλω δίπλα μου».
Ο «Doo», όπως τον φωνάζουν οι φίλοι του, εντάσσεται στο τεχνικό τιμ των Χιτ και δεν φεύγει ποτέ από τον σύλλογο της Φλόριντα, όπου τα πάντα δουλεύουν ρολόι, όπως άλλωστε ούτε ο (Πρόεδρος πια) Ράιλι. Ο βετεράνος ΝΒΑer εξειδικεύεται στη δουλειά με τους ψηλούς του Μαϊάμι και τη βελτίωσή τους, στήνοντας και κάμποσα επιθετικά plays.
Κάπως έτσι, δεν αφήνει παραπονεμένα ούτε τα τρία… ορφανά δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Άλλοι τρεις τίτλοι ΝΒΑ, αυτοί των Χιτ (2006, 2012, 2013), ως ασίσταντ κόουτς. Από το 2014 έχει τον ρόλο σκάουτερ στον οργανισμό. Όχι τίποτ’ άλλο, να περιορίσει και τα καθημερινά ταξίδια. Η φοβία του για τα αεροπλάνα απλώς περιορίστηκε με την πάροδο των ετών, δεν ξεπεράστηκε.
Επιπλέον, είναι κι η Ρασίντα στη μέση. Ένα από τα έξι παιδιά του (τα τέσσερα πρώτα με την πρόωρα χαμένη από καρκίνο, Σαρλίνα) που ακολουθεί επαγγελματική πορεία στο τένις. Ο πατέρας της έχει γίνει εξπέρ πλέον και στα backhands, τα topspins, τα break points.
Μετακόμισε με την Πατρίτσια από το Μαϊάμι στο γειτονικό Μπόκα Ρατόν, γνωστή… τενιστούπολη (σόρι για το αδόκιμο του όρου) της Φλόριντα, ώστε να έχει από κοντά τη μικρή με συμβουλευτικό ρόλο, καλωσόρισε στα μέρη του και τον Λιονέλ Μέσι, επικροτώντας την επιλογή του μάγου της μπάλας.
«Κι εγώ στα 35 μου τα μάζεψα και άφησα το μέρος όπου είχα κάνει καριέρα και πάρει τα πάντα, περνώντας τον Ατλαντικό για κάτι που έμοιαζε ίσως περιττό, αχρείαστο. Ήταν όμως τα πιο διασκεδαστικά χρόνια της καριέρας μου. Δεν θα το μετανιώσει ο “Λίο” που ήρθε να παίξει στο Μαϊάμι».
Για την ιστορία, στη σκηνή του «Dirty Harry» ο τραυματισμένος ληστής δεν τολμά να αρπάξει το όπλο. Ο επιθεωρητής Κάλαχαν το κλωτσάει μακριά, γελώντας σαρδόνια, γυρίζει την πλάτη και φεύγει.
«Έι, πρέπει να ξέρω…» («Ι got to know…»), ακούει από πίσω του. Επιστρέφει, σημαδεύει τον ληστή, τραβάει τη σκανδάλη. Δεν έχει μείνει σφαίρα στη θαλάμη.
Πεσμένος, με ένα αόρατο πιστόλι στον κρόταφο, βρέθηκε και ο «Doo» πολλές φορές. Οι ζωές του δεν είχαν σωθεί.